Η σχέση Ελλάδας-Αλβανίας έχει σημαδευτεί από μια πολύπλοκη και συχνά γεμάτη ιστορία. Από εδαφικές διαμάχες έως πολιτιστικές διαφορές, τα δύο έθνη αγωνίστηκαν να βρουν κοινό έδαφος. Ωστόσο, παρά τις προκλήσεις αυτές, έχουν γίνει προσπάθειες τα τελευταία χρόνια για τη βελτίωση των σχέσεων και την εξεύρεση τρόπων συνεργασίας.
Η ιστορία των ελληνοαλβανικών σχέσεων εντοπίζεται στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν τα δύο έθνη ήταν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατάρρευση της αυτοκρατορίας οδήγησε στη δημιουργία των σύγχρονων κρατών της Ελλάδας και της Αλβανίας, αλλά οδήγησε και σε εδαφικές διαφορές. Το 1913 ξέσπασαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και η Ελλάδα, η Σερβία, η Βουλγαρία και το Μαυροβούνιο πολέμησαν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα τη διχοτόμηση της περιοχής, με την Ελλάδα και τη Σερβία να αποκτούν εδάφη, αλλά και τον εκτοπισμό πολλών Αλβανών.
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα καταλήφθηκε από τις δυνάμεις του Άξονα, ενώ η Αλβανία καταλήφθηκε από τις δυνάμεις του Άξονα και στη συνέχεια από κομμουνιστές παρτιζάνους. Μετά τον πόλεμο, η Ελλάδα διχάστηκε βαθιά από τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε από το 1946 έως το 1949, ενώ η Αλβανία έγινε μια από τις πιο απομονωμένες και σταλινικές χώρες της Ευρώπης υπό την κυριαρχία του Ενβέρ Χότζα. Οι δύο χώρες είχαν πολύ διαφορετικούς δρόμους, κάτι που επηρέασε τις σχέσεις τους.
Στη μεταπολεμική περίοδο, οι ελληνοαλβανικές σχέσεις χαρακτηρίζονταν από αμοιβαία καχυποψία και εχθρότητα. Η κομμουνιστική κυβέρνηση της Αλβανίας έβλεπε την Ελλάδα ως καπιταλιστικό εχθρό, ενώ η Ελλάδα έβλεπε την Αλβανία ως απειλή για την ασφάλεια. Αυτή η ένταση έφτασε σε σημείο βρασμού στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν οι δύο χώρες έφτασαν κοντά σε πόλεμο για μια αμφισβητούμενη συνοριακή περιοχή.
Τα επόμενα χρόνια, ωστόσο, έγιναν προσπάθειες για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο εθνών. Το 1991, η πτώση του κομμουνισμού στην Αλβανία άνοιξε την πόρτα για μια νέα εποχή συνεργασίας και διπλωματίας. Το 1994, η Ελλάδα έγινε η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της νεοσύστατης Δημοκρατίας της Αλβανίας και τα δύο έθνη σύναψαν διπλωματικές σχέσεις.
Έκτοτε, οι δύο χώρες έχουν καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για τη βελτίωση των σχέσεων και την εξεύρεση τρόπων συνεργασίας. Έχουν υπογράψει πολλές συμφωνίες και μνημόνιο κατανόησης για την ενίσχυση της συνεργασίας σε διάφορους τομείς όπως η οικονομία, η ενέργεια, οι μεταφορές, ο πολιτισμός και η εκπαίδευση. Ελληνικές εταιρείες έχουν επενδύσει στην Αλβανία και υπάρχει σημαντικό εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών.
Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες αυτές, οι εντάσεις παραμένουν. Ένα από τα κύρια ζητήματα που συνέχισε να προκαλεί τριβές μεταξύ των δύο εθνών είναι το ζήτημα της αλβανικής μειονότητας στην Ελλάδα. Αυτή η μειονότητα παραπονιέται εδώ και καιρό για διακρίσεις και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που έχουν αποτελέσει πηγή εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών. Επιπλέον, οι διαφωνίες για το όνομα της χώρας της ΠΓΔΜ (Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας) και των θαλάσσιων ζωνών των δύο χωρών, έχουν δημιουργήσει πρόσθετη ένταση στις σχέσεις.
Τα τελευταία χρόνια, υπήρξε μια νέα ώθηση για βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας. Το 2018, οι δύο χώρες υπέγραψαν συμφωνία για την επίλυση των διαφορών τους για τις θαλάσσιες ζώνες. Το 2019, οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών, Αλέξης Τσίπρας και Έντι Ράμα, συναντήθηκαν στη Θεσσαλονίκη και συμφώνησαν να ενισχύσουν περαιτέρω τις σχέσεις τους.
Συμπερασματικά, η σχέση μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας έχει χαρακτηριστεί από μια πολύπλοκη και συχνά γεμάτη ιστορία, αλλά πρόσφατες προσπάθειες έχουν γίνει για τη βελτίωση των σχέσεων και την εξεύρεση τρόπων συνεργασίας. Ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις και ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, και οι δύο χώρες έχουν δεσμευτεί να βρουν τρόπους συνεργασίας και να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον για την περιοχή.